- τεταγμέναι
- τάσσωdraw up in order of battleperf part mp fem nom/voc plτεταγμένᾱͅ , τάσσωdraw up in order of battleperf part mp fem dat sg (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
τάσσω — ΝΜΑ, και αττ. τ. τάττω Α 1. βάζω, τοποθετώ σε κατάλληλη θέση 2. (η μτχ. παθ. παρακμ. ως επίθ.) τεταγμένος, η, ο και μόνο στη νεοελλ. και ταγμένος, η, ο α) τοπ. ο παρατεταγμένος β) χρον. ο καθορισμένος από πριν, προδιαγεγραμμένος νεοελλ. 1. ορίζω … Dictionary of Greek
τεταγμέν' — τεταγμένα , τάσσω draw up in order of battle perf part mp neut nom/voc/acc pl τεταγμένε , τάσσω draw up in order of battle perf part mp masc voc sg τεταγμέναι , τάσσω draw up in order of battle perf part mp fem nom/voc pl τεταγμένᾱͅ , τάσσω draw… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)